23.9.10

Η ιστορια της ζωης μου




«Πείτε μου κάτι Μάρθα και Νανέτα, με θεωρείτε άνθρωπο έντιμο, ναι ή όχι;»
«Ασφαλώς , ναι»
«Πολύ ωραία τότε. Θέλετε να μου το αποδείξετε; Θα πρέπει να ξαπλώσετε και οι δυο κοντά μου εντελώς απαλλαγμένες από κάθε είδους ρουχισμό που καλύπτει τα θεσπέσια κορμιά σας, και να βασιστείτε στον λόγο της τιμής μου, που σας δίνω τώρα, ότι δεν πρόκειται να σας αγγίξω ούτε με το μικρό μου δαχτυλάκι. Εξάλλου, είστε δύο και είμαι ένας - τι έχετε να φοβηθείτε; Δε θα είστε ελεύθερες να σηκωθείτε από απʼ το κρεβάτι αν κάνω κάτι που δεν σας αρέσει; Για να μην πολυλογώ, αν δεν υποσχεθείτε ότι θα μου αποδείξετε με αυτόν τον τρόπο την εμπιστοσύνη σας, έστω όταν βεβαιωθείτε ότι με πήρε ο ύπνος , δεν πέφτω να κοιμηθώ.
Συμφώνησαν και οι δύο στην προτασή μου. Στην συνέχεια σταμάτησα να μιλάω κι έκανα πως αποκοιμήθηκα, ενώ αυτές οι δύο σιγοψιθύριζαν μεταξύ τους. Μετά από λίγο η Μάρθα μου είπε να ξαπλώσω κι ότι θα έκαναν κι αυτές το ίδιο μόλις έβλεπαν ότι είχα κοιμηθεί. Μου έδωσε η Νανέτα την υπόσχεσή της, οπότε τους γύρισα την πλάτη, έβγαλα όλα μου τα ρούχα, έπεσα στο κρεβάτι και τις καληνύχτισα.
Προσποιήθηκα ότι με πήρε αμέσως ο ύπνος, αλλά μετά από ένα τέταρτο περίπου κοιμόμουνα στ' αλήθεια.
Ξύπνησα μόνο όταν ξάπλωσαν κι εκείνες, αλλά γύρισα αμέσως στο άλλο πλευρό και συνέχισα τον υποτιθέμενο ύπνο μου. Δεν έκανα την παραμικρή κίνηση παρά μόνο όταν είχα κάθε λόγο να πιστεύω ότι είχαν αποκοιμηθεί. Αν δεν κοιμόντουσαν πραγματικά, μπορούσαν τουλάχιστον να προσποιούνται. Μου είχαν γυρίσει τις υπέροχες, κατάλευκες πλάτες τους, οι οποίες φωσφόριζαν στο θεοσκότεινο δωμάτιο.
Άρχισα να χαϊδεύω απαλά εκείνη προς το μέρος της οποίας ήμουν στραμμένος, μην ξέροντας αν ήταν η Νανέτα ή η Μάρθα.
Τη βρήκα κουλουριασμένη και καλυμμένη από την νυχτικιά της, αλλά μην κάνοντας τίποτα που θα την ξάφνιαζε και προχωρώντας όσο πιο σιγά και απαλά γινότανε, δεν άργησα να την πείσω ότι το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να μην προσποιείται ότι κοιμόταν και να με αφήσει να συνεχίσω.
Λίγο-λίγο της ίσιωσα το σώμα, λίγο-λίγο ξεκουλουριάστηκε και λίγο-λίγο, με αργές διαδοχικές αλλά αξιοθαύμαστα φυσικές κινήσεις, ήρθε στην πιο κατάλληλη θέση για να μου δοθεί χωρίς να προδοθεί.
Εγώ ελεύθερος πλέον έπιασα δουλειά, αλλά για να ανταμειφθούν οι κόποι μου, ήταν απαραίτητο να λάβει κι εκείνη μέρος ανοιχτά και ειλικρινά πια, κάτι που στο τέλος την ανάγκασε να κάνει η φύση.
Βρήκα αυτή την πρώτη αδελφή υπεράνω κάθε υποψίας και, μαντεύοντας τον πόνο που θα πρέπει να είχε νιώσει, ομολογώ ότι απόρησα.
Υποχρεωμένος από τα ισχύοντα να σεβαστώ μια προκατάληψη, στην οποία χρωστούσα μιαν απόλαυση που πρώτη φορά γευόμουν στη ζωή μου, άφησα το θύμα μου και γύρισα από την άλλη για να κάνω το ίδιο και με την αδελφή της, η οποία σίγουρα περίμενε να δείξω και σʼ εκείνην την ευγνωμοσύνη μου.
Τη βρήκα εντελώς ακίνητη, σʼ αυτή τη στάση που συχνά παίρνει κάποιος όταν είναι ξαπλωμένος ανάσκελα σε βαθύ και γαλήνιο ύπνο.
Με πολύ μεγάλες προφυλάξεις, σα να φοβόμουν πραγματικά μην την ξυπνήσω, άρχισα να της προσφέρω όλα όσα μπορούσε να θέλει η ψυχή της, προσπαθώντας ταυτόχρονα να βεβαιωθώ ότι ήταν το ίδιο ανέγγιχτη όσο και η αδελφή της. Και συνέχισα με την ίδια τακτική μέχρι τη στιγμή που, κάνοντας μια πολύ φυσική κίνηση χωρίς την οποία δε θα μπορούσαν να αποφέρουν καρπούς οι προσπάθειές μου, με βοήθησε να φτάσω στο θρίαμβο. Τη στιγμή της κρίσης όμως δεν είχε πια τη δύναμη να συνεχίσει να προσποιείται. Πετώντας το προσωπείο, με έσφιξε στην αγκαλιά της και κόλλησε τα χείλη της πάνω στα δικά μου. Όταν τελειώσαμε, της είπα:
«Είμαι βέβαιος ότι εσύ είσαι η Νανέτα».
«Ναι, και θα θεωρήσω τυχερό τον εαυτό μου, το ίδιο όπως και η αδελφή μου, αν φανείτε πιστός και τίμιος».
«Μέχρι το τέλος της ζωής μου άγγελοι μου! Ότι κάναμε ήταν καθαρό προϊόν αγάπης».

ΤΖΙΑΚΟΜΟ ΚΑΖΑΝΟΒΑ

Από το βιβλίο των εκδόσεων Καστανιώτη : «Η Γυναίκα της Ηδονής και άλλα ερωτικά κείμενα του 18ου και 19ου αιώνα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: